Επίθετο παυσίλυπος, ( -ος, -ον ) που τερματίζει τη λύπη - τὴν παυσίλυπον ἄμπελον δοῦναι βροτοῖς. (Ευριπίδης, Βάκχαι, 772) - σε ελεύθερη μετάφραση : Ο Θεός έχει δώσει στον άνθρωπο την παυσίλυπον άμπελο.
Θα τους ... μουρλανει στα πρόστιμα !!!
Δημοσίευση σχολίου
Ενημέρωση Το παρακάτω έγγραφο φέρει ημερομηνία 13.06.25
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου